A Gold Slipper - ορισμός. Τι είναι το A Gold Slipper
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι A Gold Slipper - ορισμός


A Gold Slipper         
BOOK BY WILLA CATHER
"A Gold Slipper" is a short story by Willa Cather. It was first published in Harper's in January 1917.
Sunglow         
  • California poppy]]
  • Metallic]] by nature.
  • [[Monarch butterfly]] on [[goldenrod]] flower
  • The Queen's bedchamber in the [[Versailles Palace]].
COLOR
Gold (colour); Golden (color); Golden poppy (color); Gold color; Colour gold; Goldtones; Goldtone; Golden brown (colour); Golden-brown; Goldenbrown; Golden browns; Golden-browns; Goldenbrowns; Golden yellow; Gold-yellow; Gold tone; Vegas Gold; Cal Poly Pomona gold; CPP gold; Cal Poly gold; UCLA Gold; Sunglow; Golden brown (color); Golden brown color; Golden brown colour; California Gold (color); MU Gold (color); MU Gold; Gold colour; Metallic gold; Gold (metallic); Gold (metallic gold); Golden (colour); Satin sheen gold; FFD700; Antique gold; Metallic yellow
·noun A rosy flush in the sky seen after sunset.
slipper         
  • [[Peranakan]] Chinese wedding slippers from the late 19th century
  • Novelty animal-feet slippers
LIGHT FOOTWEAR MADE FOR INDOOR WEAR, GENERALLY WITHOUT MEANS OF FASTENING
Houseshoes; Houseshoe; Slippers; Slipper socks; Animal slippers; Animal slipper; Evening slipper
¦ noun a comfortable slip-on shoe that is worn indoors.
?a light slip-on shoe, especially one used for dancing.
¦ verb beat with a slipper.
Derivatives
slippered adjective