Embarrass - ορισμός. Τι είναι το Embarrass
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Embarrass - ορισμός

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Embarrass (disambiguation)

embarrass         
v. a.
1.
Perplex, entangle, beset, make intricate, make difficult.
2.
Harass, distress, trouble, vex, annoy, plague, hamper, clog.
3.
Confuse, disconcert, abash, confound, nonplus, pose, dumfound, dumfounder.
embarrass         
(embarrasses, embarrassing, embarrassed)
1.
If something or someone embarrasses you, they make you feel shy or ashamed.
His clumsiness embarrassed him...
It embarrassed him that he had no idea of what was going on.
VERB: V n, it V n that
2.
If something embarrasses a public figure such as a politician or an organization such as a political party, it causes problems for them.
The Republicans are trying to embarrass the president by thwarting his economic program...
VERB: V n
embarrass         
v. (R) it embarrassed him to be caught cheating

Βικιπαίδεια

Embarrass

Embarrass may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Embarrass
1. And he will embarrass Travis County, and he will embarrass the Democrat Party of Texas.
2. But Olmert‘s positions embarrass Livni, not Netanyahu.
3. There has been an attempt to embarrass John Prescott.
4. You dont come all this way to embarrass yourself.
5. "It‘s to embarrass them into fixing the egregious problems.