overspent - ορισμός. Τι είναι το overspent
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι overspent - ορισμός


overspent      
a.
Wearied, exhausted, forespent, over-tired.
The Overspent American         
1998 BOOK
The Overspent American: Upscaling, Downshifting, and the New Consumer; The Overspent American: Why We Want What We Don't Need
The Overspent American: Upscaling, Downshifting, and the New Consumer is a 1998 book by Juliet Schor on American consumer spending patterns.
Spent         
ONLINE GAME ABOUT SURVIVING POVERTY AND HOMELESSNESS
User:318Blackwell/SPENT (online game); Wikipedia talk:Articles for creation/SPENT (online game); UMD Spent; SPENT (online game); SPENT; Spent (game)
·Impf & ·p.p. of Spend.
II. Spent ·adj Exhausted; worn out; having lost energy or motive force.
III. Spent ·adj Exhausted of spawn or sperm;
- said especially of fishes.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για overspent
1. She also denied having overspent on campaign consultants.
2. He also overspent his lab budget by millions of dollars.
3. The Treasury‘s handling of tax credits left them 2bn overspent.
4. The commission‘s figures show that acute hospitals which overspent racked up a ÂЈ330m deficit, primary care trusts which failed to balance the books overspent by more than ÂЈ287m, while overspending mental health and ambulance trusts added ÂЈ25m to the total.
5. In total the 150 that failed to balance their books overspent by almost ÂЈ718m.