put round - ορισμός. Τι είναι το put round
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι put round - ορισμός

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
PUT; PUT (disambiguation); Put (disambiguation)

put round      
put option         
FINANCIAL INSTRUMENT
European put option; Put options; American Put Option; European put; Long put; Short put
¦ noun Stock Exchange an option to sell assets at an agreed price on or before a particular date.
Put option         
FINANCIAL INSTRUMENT
European put option; Put options; American Put Option; European put; Long put; Short put
In finance, a put or put option is a financial market derivative instrument that gives the holder (i.e.

Βικιπαίδεια

Put

Put or PUT may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για put round
1. A mini greenbelt was put round London in the 1'30s with the aim of curbing the capital‘s growth.
2. The coffin had now been thoroughly smashed up, so I had to get Saddam swathed in that clear plastic they put round suitcases to protect them from theft and damage.
3. "I would arrive at the event, the chain would be put round my neck at the start, taken off at the end and them I would make my way back to my car.
4. Scroll down for more ... The school trained dogs like these to sniff out explosives, drugs and dead bodies Collars used in dog training to give the animals a short electric shock were put round the necks of the women as they were shouted at and insulted by their colleagues in the dog–handling academy, based at Herzogau in Bavaria.