Γενικά διάσταση ονομάζεται η απόσταση μεταξύ δύο οριακών σημείων και συνεκδοχικά η οποιαδήποτε ενάντια θέση. Η λέξη προέρχεται από το διαστῆναι,Βλ. λήμματα «διάστασις» και «διάστημα», στο απαρέμφατο αορίστου β' του αρχαιοελληνικού ρήματος διίστημι, που σημαίνει τοποθετούμαι χωριστά, στέκομαι ενάντια, ξεχωρίζω, διαχωρίζομαι.Βλ. λήμμα «διίστημι», Henry George Liddell, Robert Scott: A Greek-English Lexicon (1889). Perseus Digital Library - Tufts University. Ανακτήθηκε στις 11-10-2016. Στα νομικά, είναι η κατάσταση κατά την οποία το αντρόγυνο ζει χωριστά χωρίς να έχει πάρει διαζύγιο, όπως στη φράση: "εν διαστάσ