aseptic$5237$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

aseptic$5237$ - translation to ελληνικό

ABSENCE OF DISEASE-CAUSING MICROORGANISMS
Aseptic technique in microbiology; Sterile technique; Aseptic technique; Aseptic; Aseptic surgery
  • Hand scrubbing procedure for surgery
  • Packaged, sterilized surgical instruments
  • Medical illustration of Staphylococcus
  • Image of William Stewart Halsted

aseptic      
adj. ασηπτικός

Ορισμός

carton
¦ noun a light cardboard container.
Origin
C19: from Fr., from Ital. cartone (see cartoon).

Βικιπαίδεια

Asepsis

Asepsis is the state of being free from disease-causing micro-organisms (such as pathogenic bacteria, viruses, pathogenic fungi, and parasites). There are two categories of asepsis: medical and surgical. The modern day notion of asepsis is derived from the older antiseptic techniques, a shift initiated by different individuals in the 19th century who introduced practices such as the sterilizing of surgical tools and the wearing of surgical gloves during operations. The goal of asepsis is to eliminate infection, not to achieve sterility. Ideally, a surgical field is sterile, meaning it is free of all biological contaminants (e.g. fungi, bacteria, viruses), not just those that can cause disease, putrefaction, or fermentation. Even in an aseptic state, a condition of sterile inflammation may develop. The term often refers to those practices used to promote or induce asepsis in an operative field of surgery or medicine to prevent infection.