dissociate$22183$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

dissociate$22183$ - translation to ελληνικό

GENERAL PROCESS IN WHICH MOLECULES (OR IONIC COMPOUNDS SUCH AS SALTS, OR COMPLEXES) SEPARATE OR SPLIT INTO SMALLER PARTICLES SUCH AS ATOMS, IONS OR RADICALS, USUALLY IN A REVERSIBLE MANNER
Dissociate; Dissociating; Degree of Dissociation; Ionic dissociation; Dissociable; Dissociated; Recombination (chemistry); Association (chemistry); Chemical dissociation
  • A video of [[sodium chloride]] crystals dissolving and dissociating in water

dissociate      
v. διαχωρίζω, απομακρύνω

Ορισμός

dissociate
v. (D; refl.) also: disassociate to dissociate from
D; refl., tr.) to dissociate from (we dissociate d ourselves from his views)

Βικιπαίδεια

Dissociation (chemistry)

Dissociation in chemistry is a general process in which molecules (or ionic compounds such as salts, or complexes) separate or split into other things such as atoms, ions, or radicals, usually in a reversible manner. For instance, when an acid dissolves in water, a covalent bond between an electronegative atom and a hydrogen atom is broken by heterolytic fission, which gives a proton (H+) and a negative ion. Dissociation is the opposite of association or recombination.