dosimeter$22748$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

dosimeter$22748$ - translation to ελληνικό

DEVICE THAT MEASURES EXPOSURE TO IONIZING RADIATION
Dossimeter; Dosemeters; Dosemeter; Dose meter; Dosimeters; Radiation dosimeter; Dosometer
  • Example of "whole body" dosimeter positioning
  • View of readout on an electronic personal dosimeter. The clip is used to attach it to the wearer's clothing.
  • External radiation dose quantities used in radiological protection, based on International Commission on Radiation Units and Measurements report 57
  • Radiation dosimeter in [[Pripyat]]

dosimeter      
n. δοσίμετρο

Ορισμός

dosimeter
[d??'s?m?t?]
(also dosemeter 'd??smi:t?)
¦ noun a device used to measure an absorbed dose of ionizing radiation.
Derivatives
dosimetric adjective
dosimetry noun

Βικιπαίδεια

Dosimeter

A radiation dosimeter is a device that measures dose uptake of external ionizing radiation. It is worn by the person being monitored when used as a personal dosimeter, and is a record of the radiation dose received. Modern electronic personal dosimeters can give a continuous readout of cumulative dose and current dose rate, and can warn the wearer with an audible alarm when a specified dose rate or a cumulative dose is exceeded. Other dosimeters, such as thermoluminescent or film types, require processing after use to reveal the cumulative dose received, and cannot give a current indication of dose while being worn.