greenback$32722$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

greenback$32722$ - translation to ελληνικό

FORM OF PAPER CURRENCY
Greenback (money)
  • Image of one dollar "Greenback", first issued in 1862}}
  • 225px
  • 225px
  • 225px
  • 225px
  • 225px
  • 225px
  • 225px
  • 225px
  • 225px

greenback      
n. χαρτονόμισμα των ηνωμ. πολιτείων

Ορισμός

Greenback
·noun One of the legal tender notes of the United States;
- first issued in 1862, and having the devices on the back printed with green ink, to prevent alterations and counterfeits.

Βικιπαίδεια

Greenback (1860s money)

Greenbacks were emergency paper currency issued by the United States during the American Civil War that were printed in green on the back. They were in two forms: Demand Notes, issued in 1861–1862, and United States Notes, issued in 1862–1865. A form of fiat money, the notes were legal tender for most purposes and carried varying promises of eventual payment in coin, but were not backed by existing gold or silver reserves.