hock$35467$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

hock$35467$ - translation to ελληνικό

ANATOMICAL REGION
Hock (zool.); Hock (zoology)

hock      
v. ενεχυριάζω

Ορισμός

hock
(hocks)
1.
A hock is a piece of meat from above the foot of an animal, especially a pig.
N-COUNT: usu n N
2.
If someone is in hock, they are in debt.
Even company directors on ?100,000 a year can be deeply in hock to the banks.
PHRASE: v-link PHR, oft PHR to n
3.
If you are in hock to someone, you feel you have to do things for them because they have given you money or support.
It is almost impossible for the prime minister to stand above the factions. He always seems in hock to one or another.
PHRASE: v-link PHR n

Βικιπαίδεια

Hock (anatomy)

The hock, or gambrel, is the joint between the tarsal bones and tibia of a digitigrade or unguligrade quadrupedal mammal, such as a horse, cat, or dog. This joint may include articulations between tarsal bones and the fibula in some species (such as cats), while in others the fibula has been greatly reduced and is only found as a vestigial remnant fused to the distal portion of the tibia (as in horses). It is the anatomical homologue of the ankle of the human foot. While homologous joints occur in other tetrapods, the term is generally restricted to mammals, particularly long-legged domesticated species.