lanoline$43300$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

lanoline$43300$ - translation to ελληνικό

YELLOW WAXY SUBSTANCE SECRETED BY THE SEBACEOUS GLANDS OF WOOL-BEARING ANIMALS
E913; Wool fat; Eucerit; Adeps Lanae; Wool wax; Anhydrous wool fat; Wool grease; Wool-fat; Adeps lanae; Adeps lanæ; Lanoline
  • Wool fat tin (adeps lanae), at the Centre touristique de la Laine et de la Mode in Verviers, Belgium

lanoline      
n. λανολίνη

Ορισμός

Lanolin
·noun A peculiar fatlike body, made up of cholesterin and certain fatty acids, found in feathers, hair, wool, and keratin tissues generally.

Βικιπαίδεια

Lanolin

Lanolin (from Latin lāna 'wool', and oleum 'oil'), also called wool yolk, wool wax, or wool grease, is a wax secreted by the sebaceous glands of wool-bearing animals. Lanolin used by humans comes from domestic sheep breeds that are raised specifically for their wool. Historically, many pharmacopoeias have referred to lanolin as wool fat (adeps lanae); however, as lanolin lacks glycerides (glycerol esters), it is not a true fat. Lanolin primarily consists of sterol esters instead. Lanolin's waterproofing property aids sheep in shedding water from their coats. Certain breeds of sheep produce large amounts of lanolin.

Lanolin's role in nature is to protect wool and skin from climate and the environment; it also plays a role in skin (integumental) hygiene. Lanolin and its derivatives are used in the protection, treatment, and beautification of human skin.