lath$43545$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

lath$43545$ - translation to ελληνικό

BUILDING PROCESS
Lath-and-plaster; Lathe and plaster; Plaster and lath
  • Partially-exposed wallpapered lath and plaster illustrating the technique.  Example from the [[Winchester Mystery House]], constructed between 1884 and 1922

lath      
n. γρίλια, πηχάκι, λεπτή σανίς, πέταυρο
lattice work         
MATERIAL USED TO SPAN GAPS IN STRUCTURAL FRAMING AND FORM A BASE ON WHICH TO APPLY PLASTER
Lattice (wood); Laths; Lattice work; Counterlath; Metal lath
κιγκλίδωμα

Ορισμός

lath
[l?:?, la?]
¦ noun (plural laths l?:?s, l?:?z, la?s) a thin, flat strip of wood, especially one of a series forming a foundation for the plaster of a wall.
¦ verb cover with laths.
Origin
OE l?tt, of Gmc origin; related to lattice.

Βικιπαίδεια

Lath and plaster

Lath and plaster is a building process used to finish mainly interior dividing walls and ceilings. It consists of narrow strips of wood (laths) which are nailed horizontally across the wall studs or ceiling joists and then coated in plaster. The technique derives from an earlier, more primitive process called wattle and daub.

Lath and plaster largely fell out of favour in the U.K. after the introduction of plasterboard in the 1930s. In Canada and the United States, wood lath and plaster remained in use until the process was replaced by transitional methods followed by drywall (the North American term for plasterboard) in the mid-twentieth century.