little$45105$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

little$45105$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Little By Little; Little by Little (song); Little By Little (song); Little by little; Little by Little (disambiguation); Little by Little (album)

little      
adj. λίγος, μικρός, ολίγος
little red riding hood         
  • pp=xxxviii}}</ref>
  • A depiction by [[Gustave Doré]], 1883.
  • ''Red Riding Hood'' by [[George Frederic Watts]]
  • Wilhelm (left) and Jacob Grimm, from an 1855 painting by [[Elisabeth Jerichau-Baumann]]
  • chaperon]] being worn
  • "Little Red Riding Hood", illustrated in a 1927 story anthology
  • Little Red Riding Hood in an illustration by Otto Kubel (1930).
  • Works Progress Administration poster by Kenneth Whitley, 1939
  •  An engraving from the ''Cyclopedia of Wit and Humor''.
  • "The better to see you with": woodcut by [[Walter Crane]]
EUROPEAN FAIRY TALE
Little Red-Cap; Little Red-cap; Little Red Ridinghood; Little Red Cap; History of the Little Red Riding Hood tale; Roodkapje; Little red riding hood; The Little Red Riding Hood; LRRH; Little red riding hood!; Red Riding Hood; Huntsman (Little Red Riding Hood); Saglana Salchak; Little Red Riding-Hood
κοκκινοσκουφίτσα
Little Bear         
μικρή άρκτος [ζώδιο]

Ορισμός

voracious
If you describe a person, or their appetite for something, as voracious, you mean that they want a lot of something. (LITERARY)
Joseph Smith was a voracious book collector.
...the band's voracious appetite for fun.
= insatiable
ADJ: usu ADJ n
voraciously
He read voraciously.
ADV

Βικιπαίδεια

Little by Little

Little by Little may refer to:

  • Eric, or, Little by Little, a children's novel by Frederic W. Farrar