paraplegic$57892$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

paraplegic$57892$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA LIST ARTICLE
List of paraplegic people

paraplegic      
adj. παραπληγικός

Ορισμός

Paraplegy
·noun Palsy of the lower half of the body on both sides, caused usually by disease of the spinal cord.

Βικιπαίδεια

List of people with paraplegia

Paraplegia is an impairment in motor or sensory function of the lower extremities. The word comes from Ionic Greek (παραπληγίη) "half-stricken". It is usually caused by spinal cord injury or a congenital condition that affects the neural (brain) elements of the spinal canal. The area of the spinal canal that is affected in paraplegia is either the thoracic, lumbar, or sacral regions. If four limbs are affected by paralysis, tetraplegia or quadriplegia is the correct term. If only one limb is affected, the correct term is monoplegia. Spastic paraplegia is a form of paraplegia defined by spasticity of the affected muscles, rather than flaccid paralysis.