per se - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

per se - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Per Se; Per say; Per sey; Per se (disambiguation)

per se         
καθ" εαυτόν
καθ' εαυτόν      
per se
earnings per share         
VALUE OF EARNINGS PER OUTSTANDING SHARE OF COMMON STOCK FOR A COMPANY
Income per share; Diluted earnings per share; Diluted earnings; Diluted EPS; Basic Earnings Per Share; Earning per share; Earnings Per Share; Diluted Earnings Per Share
απόδοση κατά μετοχή

Ορισμός

per se
(purr say) adj. Latin for "by itself," meaning inherently. Thus, a published writing which falsely accuses another of having a sexually transmitted disease or being a convicted felon is "libel per se," without further explanation of the meaning of the statement. See also: libel per se

Βικιπαίδεια

Per se

Per se may refer to:

  • per se, a Latin phrase meaning "by itself" or "in itself".
  • Illegal per se, the legal usage in criminal and antitrust law
  • Negligence per se, legal use in tort law
  • Per Se (restaurant), a New York City restaurant
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για per se
1. There‘s nothing wrong with leftism per se, of course.
2. He stresses he has nothing against the Shia per se.
3. Actually, this discontent was not really public per se.
4. GONZALES: There is no ascertainment requirement per se.
5. "The important thing is not experience, per se," Obama has said.