picnic$60755$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

picnic$60755$ - translation to ελληνικό

CHOCOLATE BAR
Picnic (confectionery); Picnic bar; Cadbury Picnic; Cadbury's Picnic
  • Inside Australian & New Zealand Picnic

picnic      
n. εξοχική διασκέδαση με φαγητό, πικνίκ

Ορισμός

picnic
(picnics, picnicking, picnicked)
1.
When people have a picnic, they eat a meal out of doors, usually in a field or a forest, or at the beach.
We're going on a picnic tomorrow...
We'll take a picnic lunch.
N-COUNT
2.
When people picnic somewhere, they have a picnic.
Afterwards, we picnicked on the riverbank.
...such a perfect day for picnicking.
VERB: V, V-ing
picnicker (picnickers)
...fires started by careless picnickers.
N-COUNT
3.
If you say that an experience, task, or activity is no picnic, you mean that it is quite difficult or unpleasant. (INFORMAL)
Emigrating is no picnic.
PHRASE: V inflects

Βικιπαίδεια

Picnic (chocolate bar)

Picnic is a brand of chocolate bar consisting of milk chocolate and peanuts, covering chewy nougat, caramel, biscuit and puffed rice. Picnic bars are lumpy in shape. It is sold in Australia, parts of Canada (such as Quebec), New Zealand, New York City, San Francisco Bay Area, India, Ireland, Russia, Ukraine, South Africa (packaged as "Lunch Bar"), Ireland, Germany and the United Kingdom. The UK, German and Indian versions differ from the Australasian version in that they also contain raisins.