predecessor$63223$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

predecessor$63223$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Predecessor (disambiguation)

predecessor      
n. προκάτοχος, προηγηθείς

Ορισμός

predecessor
¦ noun
1. a person who held a job or office before the current holder.
2. a thing that has been followed or replaced by another.
Origin
ME: from late L. praedecessor, from L. prae 'beforehand' + decessor 'retiring officer'.

Βικιπαίδεια

Predecessor

Predecessor may refer to:

  • A holy person announcing the approaching appearance of a prophet, see precursor
  • Predecessor (graph theory), a term in graph theory
  • The predecessor problem, a problem in theoretical computer science