professorship$64248$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

professorship$64248$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA LIST ARTICLE
Whewell Professorship of International Law

professorship      
n. καθηγεσία

Ορισμός

assistant professor
¦ noun N. Amer. an academic ranking immediately below an associate professor.

Βικιπαίδεια

Whewell Professor of International Law

The Whewell Professorship of International Law is a professorship in the University of Cambridge.

The Professorship was established in 1868 by the will of the 19th-century scientist and moral philosopher, William Whewell, with a view to devising "such measures as may tend to diminish the causes of war and finally to extinguish war between nations".