profiteer$64266$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

profiteer$64266$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Profiteer; Profiteering (disambiguation)

profiteer      
v. κερδοσκοπώ, αισχροκερδώ

Ορισμός

profiteer
¦ verb [often as noun profiteering] make an excessive or unfair profit.
¦ noun a person who profiteers.

Βικιπαίδεια

Profiteering

Profiteering may refer to:

  • Profiteering (business) (during peacetime)
  • War profiteering