psychic$65129$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

psychic$65129$ - translation to ελληνικό

PERSON WHO INVESTIGATES CRIMES BY USING PURPORTED PSYCHIC ABILITIES
Psychic detectives; Psychic investigator; Occult investigators; Psychic Detective

psychic      
adj. ψυχικός

Ορισμός

psychical
Psychical means relating to ghosts and the spirits of the dead. (FORMAL)
ADJ

Βικιπαίδεια

Psychic detective

A psychic detective is a person who investigates crimes by using purported paranormal psychic abilities. Examples have included postcognition (the paranormal perception of the past), psychometry (information psychically gained from objects), telepathy, dowsing, clairvoyance, and remote viewing. In murder cases, psychic detectives may purport to be in communication with the spirits of the murder victims.

Individuals claiming psychic abilities have stated they have helped police departments to solve crimes, however, there is a lack of police corroboration of their claims. Many police departments around the world have released official statements saying that they do not regard psychics as credible or useful on cases.