reciprocality$67424$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

reciprocality$67424$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Reciprocals; Reciprocal (disambiguation); Reciprocality

reciprocality      
n. αμοιβαιότης, αμοιβαιότητα

Ορισμός

reciprocal
[r?'s?pr?k(?)l]
¦ adjective
1. given, felt, or done in return.
2. (of an agreement or arrangement) bearing on or binding two parties equally.
3. Grammar (of a pronoun or verb) expressing mutual action or relationship.
4. (of a course or bearing) opposite in direction.
¦ noun
1. Mathematics the quantity obtained by dividing the number one by a given quantity.
2. Grammar a reciprocal pronoun or verb.
Derivatives
reciprocality noun
reciprocally adverb
Origin
C16: from L. reciprocus (based on re- 'back' + pro- 'forward') + -al.

Βικιπαίδεια

Reciprocal

Reciprocal may refer to: