saltatory$71825$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

saltatory$71825$ - translation to ελληνικό

FORM OF LOCOMOTION OR MOVEMENT
Vertical jumping; Leaping; Jumps; Jumping tool; Saltatory; Leaped; Leapt
  • Person jumping on a trampoline
  • Jumping sea trout
  • A dog jumping from a stationary position
  • Two motorbikes jump a car at a country fair, England
  • A [[roe deer]] exhibiting jumping locomotion, [[Wadden Sea National Parks]]
  • Jumping [[bottlenose dolphin]]

saltatory      
adj. πηδητικός

Ορισμός

Jumping
(·p.a. & ·vb.n.) of Jump, to leap.
II. Jumping ·p.pr. & ·vb.n. of Jump.

Βικιπαίδεια

Jumping

Jumping or leaping is a form of locomotion or movement in which an organism or non-living (e.g., robotic) mechanical system propels itself through the air along a ballistic trajectory. Jumping can be distinguished from running, galloping and other gaits where the entire body is temporarily airborne, by the relatively long duration of the aerial phase and high angle of initial launch.

Some animals, such as the kangaroo, employ jumping (commonly called hopping in this instance) as their primary form of locomotion, while others, such as frogs, use it only as a means to escape predators. Jumping is also a key feature of various activities and sports, including the long jump, high jump and show jumping.