waggishness$546735$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

waggishness$546735$ - translation to ελληνικό

WRONGFUL ACT OR PETTY ANNOYANCE
Malicious mischief; Criminal Mischief; Mischievousness; Mischievous; Mischiefs; Waggishly; Waggishness; Criminal mischief; Waggish
  • H. Brückner, ''Mischief'' (1874)

waggishness      
αστειότης, αστειότητα

Ορισμός

mischief
1.
Mischief is playing harmless tricks on people or doing things you are not supposed to do. It can also refer to the desire to do this.
The little lad was a real handful. He was always up to mischief...
His eyes were full of mischief.
N-UNCOUNT
2.
Mischief is behaviour that is intended to cause trouble for people. It can also refer to the trouble that is caused.
The more sinister explanation is that he is about to make mischief in the Middle East again...
N-UNCOUNT

Βικιπαίδεια

Mischief

Mischief or malicious mischief is the name for a criminal offenses that is defined differently in different legal jurisdictions. While the wrongful acts will often involve what is popularly described as vandalism, there can be a legal differentiation between vandalism and mischief. The etymology of the word comes from Old French meschief, which means "misfortune", from meschever, "to end badly".