walkaway$91019$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

walkaway$91019$ - translation to ελληνικό

TOWN IN WESTERN AUSTRALIA
Walkaway railway station
  • Wind turbines at the Walkaway Wind Farm

walkaway      
n. εύκολη νίκη

Ορισμός

walk away
v.
1) (D; intr.) to walk away from (he walked away from me without saying a word; to walk away from an accident) ('to survive an accident unhurt')
2) (d; intr.) to walk away with ('to win') (she walk awayed away with all the top prizes)

Βικιπαίδεια

Walkaway, Western Australia

Walkaway is a small town in the City of Greater Geraldton local government area of Western Australia. At the 2016 census, Walkaway had a population of 270.

Its name is a corruption of the native "Wagga wah", referring to the bend in the nearby Greenough River, and was originally given to the railway station when a line was built from Geraldton in 1887.