Unwohlsein - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Unwohlsein - translation to Αγγλικά


Unwohlsein         
n. indisposition, minor illness
sickbag      
n. Spucktüte, Spuckbeutel, Papiertüte in Flugzeuge erhältlich zur Benutzung im Falle des Unwohlseins
suffocate      
v. ersticken, durch Unterbrechung der Sauerstoffzufuhr töten; es schwer machen zu atmen; Unwohlsein verursachen durch untersagen der Zufuhr von frischer oder kühler Luft; unterdrückt werden

Βικιπαίδεια

Unwohlsein
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Unwohlsein
1. Ein Unwohlsein oder ein Ohnmachtsanfall des Mannes seien nicht ausgeschlossen.
2. Scharon hatte während der Arbeit über Unwohlsein geklagt und später kurzzeitig das Bewusstsein verloren.
3. Ein Unwohlsein oder ein Ohnmachtsanfall des Lokführers sei nicht ausgeschlossen.
4. Das Unwohlsein wegen des Urteils war dem Vorsitzenden Richter Horst Werner Herkenberg anzumerken.
5. "Ein gewisses Unwohlsein und das Gefühl beobachtet zu werden ist schon dabei, wenn man einen Film gegen einen der sieben reichsten Männer der Welt macht", sagt Stahlberg.