Verhältnis - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Verhältnis - translation to Αγγλικά


progressive ratio      
progressives Verhältnis (direktes Verhältnis)
Verhältnis         
n. proportion, ratio, comparison, relationship, relation, affair, love affair; situation, condition, circumstance
intimate relationship         
  • Teresa Cristina]] in [[Petrópolis]], 1887
  • Men kissing intimately.
  • Bonding]] between a mother and child.
  • Holding hands is an example of affective intimacy between humans.
  • Personal intimate relationship is often crowned with marriage.
PHYSICAL OR EMOTIONAL INTIMACY
Sexual relationship; Intimacy; Personal relationship; Kanoodling; Long-term relationship; Lover's; Stages of Intimate Relationships; Beloved (love); Human intimacy; Sexual relationships; Intimate relationships; Synchronised Adoration; Amorous; Long term relationship; Intimate partner; Serious relationship; Couple (relationship); Emotional relationship; Emotional relation; Long relationship; Couplehood
intimes Verhältnis

Βικιπαίδεια

Verhältnis