unbewaffnet - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

unbewaffnet - translation to Αγγλικά


unbewaffnet      
unarmed, having no weapons or armor (e.g. of a person, or of an animal not having claws or sharp teeth)
unaided      
adj. ohne Unterstützung; allein; unbewaffnet; bloß
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για unbewaffnet
1. Amerikanische Offiziere seien unbewaffnet aufgetreten, berichtete sie.
2. Sie waren unbewaffnet und wurden von ihren Mördern zumeist durch Kopfschüsse getötet.
3. Die Polizei habe die Aufgabe gehabt, die Spähpanzer zu schützen, welche unbewaffnet gewesen seien.
4. Sie verwiesen darauf, dass die Gruppe unbewaffnet gewesen sei und damit nicht militärisch gewesen sein könne.
5. Sein Verband bleibe aber unbewaffnet, das sei auch gesetzlich gar nicht anders möglich.