écoute - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

écoute - translation to Αγγλικά


écoute         
n. listening, attempt hear something; act of paying careful attention to one who is speaking
mettre sur écoute      
tap
mise sur écoute      
n. wire tapping

Ορισμός

Ecoute
·noun One of the small galleries run out in front of the glacis. They serve to annoy the enemy's miners.

Βικιπαίδεια

Ecoute
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για écoute
1. Hypothèse 3 Le conseil écoute la voix des terrasses locarnaises.
2. Et si le Conseil fédéral lui–męme était sur écoute?
3. Le matin, au réveil, elle écoute le groupe anglais Radiohead.
4. Les trésors seront intuition, écoute, sensibilité, bon sens...
5. Aucune conversation n‘aurait par contre été mise sur écoute.