BUS - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

BUS - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
BUS

BUS         
University office of statistics
autocariste      
n. bus-contractor
bus      
n. bus; wagon

Ορισμός

bus
n.
1) to drive a bus
2) (as a passenger) to board, get on; catch a bus; get off a bus; to go by bus; to ride a bus; to ride in a bus; to take a bus
3) a city; double-decker; local; long-distance (AE; BE has coach); school; sightseeing bus
4) by bus (they came by bus)

Βικιπαίδεια

Bus (disambiguation)

A bus is a vehicle designed to carry passengers.

Bus, Buş, Buš, or BUS may also refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για BUS
1. Explosions dans des bus Par ailleurs trois explosions auraient eu lieu dans des bus.
2. Le jeune homme a été suivi dans un bus, puis un deuxi';me bus.
3. Soudain, un bus (un bus!) arrive à toute allure de l‘ouest, fendant les eaux.
4. Six bus quotidiens L‘apport des «bus de vallées alpines» s‘inscrit donc parfaitement dans la volonté des responsables du Binntal.
5. Des chauffeurs de bus, ici ŕ Lausanne, m‘ont dit avoir reçu sur leur bus des coups de marteau.