cap" - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

cap" - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Cap.; CAP.

cap'      
able, capable, competent
capsuler      
cap
couvrir d'une capsule      
cap

Ορισμός

cloth cap
¦ noun Brit. a man's flat woollen cap with a peak.
?[as modifier] relating to or associated with the working class: Labour's traditional cloth-cap image.

Βικιπαίδεια

Cap (disambiguation)

A cap is a form of headgear.

Cap may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για cap"
1. Selon d‘autres participants, le Premier ministre a plaidé pour un "cap d‘action, un cap d‘audace, un cap de mobilisation", avec pour objectif prioritaire la lutte contre le chômage.
2. Selon d‘autres participants, Dominique de Villepin a plaidé pour un "cap d‘action, un cap d‘audace, un cap de mobilisation", avec pour objectif prioritaire la lutte contre le chômage.
3. Les produits ŕ capital protégé sont également répartis entre les instruments avec Cap ou sans Cap.
4. GAM lance deux fonds d‘actions américains, GAM Star US All Cap Equity et GAM Star US Small &Mid Cap Equity.
5. Le cap Horn en bref Christian Despont Le bateau de Jean Le Cam est situé ŕ quelque 200 milles dans la partie ouest du cap Horn.