locution - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

locution - translation to γαλλικά


locution         
n. locution, phrase, idiom

Ορισμός

locution
[l?'kju:?(?)n]
¦ noun
1. a word or phrase, especially with regard to style or idiom.
a person's style of speech.
2. an utterance regarded in terms of its intrinsic meaning or reference, as distinct from its function or purpose in context.
Derivatives
locutionary adjective
Origin
ME: from OFr., or from L. locutio(n-), from loqui 'speak'.

Βικιπαίδεια

Locution
* En linguistique, une locution est une unité fonctionnelle du langage
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για locution
1. Une locution qui suscite au mieux un sourire condescendant.
2. Il vient d‘une combinaison, repérée dès 1600, des termes latins signifiant seul et parler («loqui», qui a donné locution et ses dérivés). Ces jours étant dédiés aux spectacles, la grande affaire de l‘été, le correspondant du Temps qui a couvert le festival d‘Avignon – et ses polémiques – a entendu régulièrement des soliloques sur les scènes de la Cité des papes.