noir - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

noir - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Noire; NOIR; Noirish; Noir-ish; Noir (disambiguation); Noir (album)

noir         
black, dark; murky; raven
noire         
n. member of a Black or dark-skinned African race (Anthropology)
caisse noire         
n. slush fund

Ορισμός

noir
['nw?:]
¦ noun a genre of crime film or fiction characterized by cynicism, fatalism, and moral ambiguity.
Derivatives
noirish adjective
Origin
1970s: from film noir.

Βικιπαίδεια

Noir

Noir (or noire) is the French word for black. It may also refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για noir
1. Le noir du renoncement, le noir ecclésiastique, le noir de l‘effacement.
2. Noir sur noir, sans contraste, tout en monochromie...
3. Les timbres fiscaux au marché noir La pénurie des timbres fiscaux est une aubaine pour le circuit du marché noir.
4. Ambiance choucroute, saucisson, boudin noir et yodel.
5. Soleil Noir conteste, toutefois, ces accusations.