sacrément - translation to
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

sacrément - translation to


sacré         
sacred, sacral, holy; spiritual, religious
sacre         
n. coronation; consecration
sacrer      
crown, consecrate, curse, bless

Ορισμός

sacrament
(sacraments)
1.
A sacrament is a Christian religious ceremony such as communion, baptism, or marriage.
...the holy sacrament of baptism.
N-COUNT
2.
In the Roman Catholic church, the Sacrament is the holy bread eaten at the Eucharist. In the Anglican church, the Sacrament is the holy bread and wine taken at Holy Communion.
N-SING: the N

Βικιπαίδεια

Sacrement
Le sacrement est un rite cultuel sacré en usage dans la plupart des branches du christianisme : catholicisme, christianisme orthodoxe, et certaines dénominations protestantes (anglicanisme, luthéranisme, presbytérianisme, méthodisme). Selon la doctrine, un sacrement produit un effet dont la source est Dieu, qui donne sa grâce.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για sacrément
1. Reste que certains se sentent sacrément sous pression.
2. Sacrément épastrouillant, même si France soir a déjà donné en grand dans les déboires du couple.
3. Mais le long de la rue principale, ça faisait un sacrément beau cort';ge.
4. Sacrément atypique pour un clerc formé ŕ l‘école coranique de Qom, le Vatican du chiisme iranien...
5. Obama paraît plus indépendant, męme si pour arriver ŕ un tel niveau ŕ 43 ans, il doit ętre sacrément soutenu!