lunchpail$529461$ - translation to ολλανδικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

lunchpail$529461$ - translation to ολλανδικά

FOOD CONTAINER
Lunch Box; Children's lunchbox; Lunch boxes; Lunch Boxes; Lunch pail; Lunch kit; Lunchpail; Lunch basket; Lunch-box; Lunch box; Lunchboxes
  • Insulated [[thermal bag]] with [[ice pack]]s
  • Lunch boxes

lunchpail      
n. boterhamtrommeltje, doosje om boterhammen mee te nemen voor de lunch op school of werk
lunch box         
boterhamdoosje, doosje voor boterhammen voor de lunch meegenomen naar school of werk; (Slang) buik

Ορισμός

lunch box
also lunchbox (lunch boxes)
A lunch box is a small container with a lid. You put food such as sandwiches in it to eat for lunch at work or at school.
N-COUNT

Βικιπαίδεια

Lunchbox

A lunch box (alt. spelling lunchbox) refers to a hand-held container used to transport food, usually to work or to school. It is commonly made of metal or plastic, is reasonably airtight and often has a handle for carrying.