motherly$50510$ - translation to ολλανδικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

motherly$50510$ - translation to ολλανδικά

THE RELATIONSHIP BETWEEN A MOTHER AND HER CHILD
Maternal bonding; Allomaternal behavior; Motherly bond
  • A human mother holds up her child.
  • A mother Yellow-bellied Marmot kissing her pup.
  • Mother sea lion and pup.

motherly      
adj. moederlijk

Ορισμός

motherly
a.
1.
Maternal.
2.
Maternal, affectionate, kind, tender, parental.

Βικιπαίδεια

Maternal bond

A maternal bond is the relationship between a mother and her child. While typically associated with pregnancy and childbirth, a maternal bond may also develop in cases where the child is unrelated, such as an adoption.

Both physical and emotional factors influence the mother-child bonding process. In separation anxiety disorder a child becomes fearful and nervous when away from a loved one, usually a parent or other caregiver. New mothers do not always experience instant love toward their child. Instead, the bond can strengthen over time, or fail to develop. Bonds can take hours, days, weeks, or months to develop.