догадываться - translation to Αγγλικά
DICLIB.COM
AI-based language tools
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από τεχνητή νοημοσύνη

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

догадываться - translation to Αγγλικά


догадываться      
догадаться
v.
conjecture, surmise, guess
догадываться      

см. тж. предполагать


• The nature of this star can only be inferred, since it has not been observed directly.

have a hunch      

общая лексика

подозревать

догадываться

Ορισμός

догадываться
несов.
1) По каким-л. признакам, приметам приходить к правильному мнению, заключению о чем-л.
2) Вовремя сообразив, поступать наилучшим образом.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για догадываться
1. Можно лишь догадываться об истинных мотивах премьера.
2. Какими методами лепили, сейчас можно только догадываться.
3. Однако через некоторое время начинает догадываться.
4. Чем они могли болеть, остается только догадываться.
5. Они могут только догадываться, предполагать, додумывать.
Μετάφραση του &#39догадываться&#39 σε Αγγλικά