излучать - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

излучать - translation to Αγγλικά


излучать      
излучать      
излучить
v.
radiate
emit         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Emit (disambiguation)
излучать

Ορισμός

излучать
несов. перех.
1) Испускать, выделять энергию (световую, тепловую или звуковую).
2) а) перен. Светиться, сиять, выражая какое-л. чувство (о глазах).
б) Проявлять, обнаруживать какое-л. качество, свойство и т.п.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για излучать
1. Но пока футбольные боссы стараются излучать спокойствие.
2. - Надо излучать позитивную энергию, ходить и улыбаться.
3. А ночью стражи порядка будут еще излучать сияние, как светлячки.
4. Следует и самому излучать положительную энергию, и поддерживать остальных.
5. Например, все физики мира считали, что электрон, вращаясь, должен излучать.
Μετάφραση του &#39излучать&#39 σε Αγγλικά