красить - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

красить - translation to Αγγλικά


красить      
to rouge one's cheeks ‹one's lips›      
красить щёки
to dye one's hair      
красить волосы

Ορισμός

красить
несов. перех. и неперех.
1) а) Покрывать краской или пропитывать красящим веществом; окрашивать.
б) перен. Делать красивым, украшать.
2) разг. неперех. То же, что: краситься (3).
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για красить
1. Поэтому красить нужно специальной акриловой краской.
2. Красить кистью с вылезающим волосом - сущее мучение.
3. - Теперь счищаем, шпаклюем и будем заново красить.
4. Красить - вопреки иллюзорной простоте очень сложно.
5. Вообще, красить губы перед застольем - дело неблагодарное.
Μετάφραση του &#39красить&#39 σε Αγγλικά