уверенный - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

уверенный - translation to Αγγλικά


уверенный      
adj.
convinced, certain, confident, sure
уверенно      

• Then you can predict with confidence the products formed.

твёрдо уверен      

I firmly believe (or I am strongly convinced, or I am firmly impressed with the belief) that ...

Ορισμός

УВЕРЕННЫЙ
твердый, не колеблющийся, не сомневающийся.
У. шаг. У. ответ. Уверен в себе (не сомневается в своих силах, возможностях).
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για уверенный
1. Уверенный подъем российского рынка продолжается.
2. Этому способствовал уверенный рост бизнеса всех подразделений.
3. Владимир Старовер мне понравился сразу -спокойный, уверенный.
4. Но эксперты прогнозируют дальнейший уверенный рост.
5. Мужчина, уверенный в своей трезвости, согласился.
Μετάφραση του &#39уверенный&#39 σε Αγγλικά