-stricken - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

-stricken - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Stricken (movie); Stricken (disambiguation); Stricken (film)

-stricken      

суффикс

общая лексика

в сложных словах означает охваченный, пораженный чем-л.

подвергшийся чему-л.

-stricken      
-stricken suf. в сложных словах означает охваченный, пораженный чем-л.; подвергшийся чему-л.; terror-stricken - охваченный ужасом; drought-stricken - пораженный засухой
stricken         

['strikən]

прилагательное

['strikən]

общая лексика

поражённый (чем-л.)

вровень с краями сосуда

меры

past participle от strike

пораженный (чем-л.)

книжное выражение

раненый

больной

Ορισμός

Stricken
·- of Strike.
II. Stricken ·noun Worn out; far gone; advanced. ·see Strike, ·vt, 21.
III. Stricken ·p.p. & ·adj Struck; smitten; wounded; as, the stricken deer.
IV. Stricken ·vt Whole; entire;
- said of the hour as marked by the striking of a clock.

Βικιπαίδεια

Stricken

Stricken may refer to:

  • "Stricken" (song), a 2005 song by Disturbed
  • Stricken (2010 film), a 2010 American film directed by Matthew Sconce
  • Stricken (2009 film), a 2009 Dutch drama film
  • "Stricken", when a warship's name is removed from a country's Navy List
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για -stricken
1. ILEIA BLAZE Fire–stricken area hit again Firefighters were last night battling a wildfire in Ancient Ilida in the fire–stricken region of Ileia, in the Peloponnese.
2. Grief–stricken: Cameron Diaz is comforted by a friend.
3. Guests enjoy Burns Night in poverty–stricken Addis Ababa More....
4. Simply, the Tories are now in panic–stricken disarray.
5. Almost all of ‘em, I guess." Gravel looks stricken.
Μετάφραση του &#39-stricken&#39 σε Ρωσικά