correlated variability - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

correlated variability - translation to ρωσικά

MATERIALS WITH ELECTRICAL PROPERTIES THAT CANNOT BE EXPLAINED BY NON-INTERACTING ENTITIES
Strongly Correlated Material; Strongly correlated Material; Strongly Correlated material; Strongly correlated materials; Strongly correlated Materials; Strongly Correlated materials; Strongly Correlated Materials; Strongly correlated electrons; Strongly correlated electron systems

correlated variability      

общая лексика

коррелятивная изменчивость

variability         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Variability (disambiguation)
variability         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Variability (disambiguation)
сущ.
1) изменчивость;
2) возможность изменений.

Βικιπαίδεια

Strongly correlated material

Strongly correlated materials are a wide class of compounds that include insulators and electronic materials, and show unusual (often technologically useful) electronic and magnetic properties, such as metal-insulator transitions, heavy fermion behavior, half-metallicity, and spin-charge separation. The essential feature that defines these materials is that the behavior of their electrons or spinons cannot be described effectively in terms of non-interacting entities. Theoretical models of the electronic (fermionic) structure of strongly correlated materials must include electronic (fermionic) correlation to be accurate. As of recently, the label quantum materials is also used to refer to strongly correlated materials, among others.

Μετάφραση του &#39correlated variability&#39 σε Ρωσικά