enforced redundancies - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

enforced redundancies - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Redundant; Redundancies; Redundancy (computing); Redundance; Redundancy (disambiguation)

enforced redundancies      
принудительные увольнения
mandatory retirement         
SET AGE AT WHICH PEOPLE WHO HOLD CERTAIN JOBS OR OFFICES ARE REQUIRED BY INDUSTRY CUSTOM OR BY LAW TO LEAVE THEIR EMPLOYMENT, OR RETIRE
Mandatory retirement age; Compulsory retirement; Enforced retirement
[воен.] принудительное увольнение из армии
compulsory retirement         
SET AGE AT WHICH PEOPLE WHO HOLD CERTAIN JOBS OR OFFICES ARE REQUIRED BY INDUSTRY CUSTOM OR BY LAW TO LEAVE THEIR EMPLOYMENT, OR RETIRE
Mandatory retirement age; Compulsory retirement; Enforced retirement
обязательный выход на пенсию (по достижении определённого возраста)

Ορισμός

Disappeared

Βικιπαίδεια

Redundancy

Redundancy or redundant may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για enforced redundancies
1. The 3,000 jobs to be lost through natural attrition and some enforced redundancies will be from back–office functions of the merged NTL/Telewest, including the human resources, legal and finance departments.
Μετάφραση του &#39enforced redundancies&#39 σε Ρωσικά