extragenital - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

extragenital - translation to ρωσικά

SORE
Chancres; Perianal syphilitic chancre; Extragenital syphilitic chancre; Genital syphilitic chancre
  • Two chancres on the penile shaft, caused by primary syphilis. Chancres develop at the site of ''Treponema pallidum'' inoculation.

extragenital      

общая лексика

внеполовой

chancre         
chancre noun med. твердый шанкр, язва (тж. indurated chancre)
chancre         

['ʃæŋkə]

медицина

сифилитическая язва

существительное

медицина

твёрдый шанкр

твердый шанкр, язва

Ορισμός

Chancre
·noun A venereal sore or ulcer; specifically, the initial lesion of true syphilis, whether forming a distinct ulcer or not;
- called also hard chancre, indurated chancre, and Hunterian chancre.

Βικιπαίδεια

Chancre

A chancre ( SHANG-kər) is a painless genital ulcer most commonly formed during the primary stage of syphilis. This infectious lesion forms approximately 21 days after the initial exposure to Treponema pallidum, the gram-negative spirochaete bacterium causing syphilis. Chancres transmit syphilis through direct physical contact. These ulcers usually form on or around the anus, mouth, penis and vulva. Chancres may diminish between four and eight weeks without the application of medication.

Chancres are also associated with the African trypanosomiasis (sleeping sickness), surrounding the area of the tsetse fly bite.

Μετάφραση του &#39extragenital&#39 σε Ρωσικά