fundamental - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

fundamental - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Fundamtenal; Fundamentals; Fundamental (album); Fundament; Fundamental (disambiguation)

fundamentals         

строительное дело

основные положения, основы (напр. расчёта)

Смотрите также

design fundamentals

fundamental         

[fʌndə'mentl]

общая лексика

основной, главный, существенный

капитальный

основной

основоположный

принципиальный

фундаментальный

медицина

коренной

прилагательное

общая лексика

основной

коренной

существенный

(to) непременный

непреложный

совершенно необходимый (для чего-л.)

фундаментальный

теоретический (о науках)

данный от природы

врождённый

синоним

basic

существительное

[fʌndə'mentl]

общая лексика

основное правило

принцип

основы

начатки

музыка

основной тон

fundamentals         
основные положения, основы (напр. расчёта)

Ορισμός

fundamental
I. a.
Essential, primary, indispensable, radical, constitutional, organic, most important, principal.
II. n.
Leading principle, essential part, essential principle.

Βικιπαίδεια

Fundamental

Fundamental may refer to:

  • Foundation of reality
  • Fundamental frequency, as in music or phonetics, often referred to as simply a "fundamental"
  • Fundamentalism, the belief in, and usually the strict adherence to, the simple or "fundamental" ideas based on faith in a system of thought
  • Fundamentals: Ten Keys to Reality, a 2021 popular science book by Frank Wilczek
  • The Fundamentals, a set of books important to Christian fundamentalism
  • Any of a number of fundamental theorems identified in mathematics, such as:
    • Fundamental theorem of algebra, a theorem regarding the factorization of polynomials
    • Fundamental theorem of arithmetic, a theorem regarding prime factorization
  • Fundamental analysis, the process of reviewing and analyzing a company's financial statements to make better economic decisions
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για fundamental
1. "The principle here is fundamental civil liberties.
2. Is anything less than fundamental change acceptable?
3. "They‘re fundamental truths dressed up in parables.
4. Politicians still demand "fundamental change" from Washington.
5. More fundamental is the macro–economic environment.
Μετάφραση του &#39fundamentals&#39 σε Ρωσικά