junkie - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

junkie - translation to ρωσικά

Junkie

junkie         

['dʒʌŋkɪ]

разговорное выражение

джанки, наркоман (обыкн. употребляющий героин)

существительное

сленг

наркоман

особ. пользующийся героином

торговец наркотиками

особ. героином

синоним

junkman

junkie         
junkie noun coll. наркоман
overtraining         
EXERCISING TO A LOAD WHICH EXCEEDS RECOVERY CAPACITY
Over training; Fitness fanatic; Gym junkie; Excessive exercise

[əuvə'treiniŋ]

существительное

спорт

перетренировка

Ορισμός

junkie
(also junky)
¦ noun informal a drug addict.
?a person with an obsessive dependency on or enthusiasm for something: a media junkie.
Origin
1920s (orig. US): from junk1.

Βικιπαίδεια

Джанки

«Джанки» (Нарколыга, Торчок) (англ. Junkie) — роман Уильяма Берроуза.

Это во многом автобиографичное произведение стало первым опубликованным романом писателя. Название является сленговым термином, обозначающим опиатного наркомана. Также роман известен под названием Junky, а рабочим названием во время его написания было Junk.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για junkie
1. "I am an Internet junkie and a news junkie," she said in an interview after the final campaign event Monday.
2. Consider a job in retail If you‘re a caffeine junkie...
3. Prosecutors painted Pitonyak as a drug–dealing junkie.
4. Junkie, crack smoking, singers with husbands in prison.
5. No wonder I was becoming a pasta and potato junkie.
Μετάφραση του &#39junkie&#39 σε Ρωσικά