scissor out - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

scissor out - translation to ρωσικά

GENUS OF CRUSTACEANS
Scissor swimming crab; Scissor crab

scissor out      
вырезать ножницами
scissor         
  • 150x150px
  • 150x150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • Classic Italian-style kitchen scissors, often used to cut food. The two halves can be detached in order to be cleaned.
  • 100px
  • 150px
  • 80px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • 150px
  • Left-handed (left) and right-handed (right) sidebent scissors
  • 150px
  • 150px
  • url-status=live }}</ref>
  • 150x150px
  • 150px
  • 150px
  • 150x150px
  • 150px
  • 150px
  • [[Han dynasty]] scissors
HAND-OPERATED CUTTING INSTRUMENT
Scissor; Sissors; Kitchen scissors; Kitchen shears; Poultry shears; Pair of scissors; ✄; ✂; A Pair of Scissors; Pair of Scissors; ✁; ✃; Nail scissors; Bone scissors; Undermining scissor; Undermining scissors; ✀; Ceremonial scissors; ✂️
scissor v. coll. резать ножницами (обыкн. scissor off, scissor up); вырезать ножницами (обыкн. scissor out)
gross out         
SHOCK EFFECT TECHNIQUE IN MEDIA AND ART
Gross-out film; Gross-out comedy; Gross-out humor; Gross-out humour; Gross-out films

['grəus'aut]

фразовый глагол

разговорное выражение

обругать

обхамить

Ορισμός

стек
СТЁК, стёкся, стекла, стеклась. прош. вр. от стечь
, стечься.
II. СТЕК [стэк], стека, ·муж. (·англ. stick) (спорт.). Твердый, эластичный хлыст, употр. при верховой езде.

Βικιπαίδεια

Lupocyclus

Lupocyclus is a genus of crabs, containing six species:

  • Lupocyclus inaequalis (Walker, 1887)
  • Lupocyclus mauriciensis Ward, 1942
  • Lupocyclus philippinensis Semper, 1880 (scissor swimming crab)
  • Lupocyclus quinquedentatus Rathbun, 1906
  • Lupocyclus rotundatus Adams & White, 1849
  • Lupocyclus tugelae Barnard, 1950
Μετάφραση του &#39scissor out&#39 σε Ρωσικά