securities account - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

securities account - translation to ρωσικά


securities account         
AN ACCOUNT THAT IS USED TO HANDLE SECURITIES TRANSACTIONS AND SECURITIES HOLDINGS
Brokerage account
счёт ценных бумаг
control account         
ACCOUNT IN THE GENERAL LEDGER FOR WHICH A CORRESPONDING SUBSIDIARY LEDGER HAS BEEN CREATED, ALLOWING FOR TRACKING TRANSACTIONS WITHIN THE CONTROLLING ACCOUNT IN MORE DETAIL
Control Account; Control account

бухгалтерский учет

синтетический [контрольный] счет (на котором учитываются суммированные данные с индивидуальных (аналитических) счетов; сальдо по данному счету должно совпадать с суммой остатков по соответствующим вспомогательным (аналитическим) счетам)

синоним

controlling account

антоним

subsidiary account

Смотрите также

debtors ledger control account; creditors ledger control account; cost ledger control account; stock control account; account; general ledger

controlling account         
ACCOUNT IN THE GENERAL LEDGER FOR WHICH A CORRESPONDING SUBSIDIARY LEDGER HAS BEEN CREATED, ALLOWING FOR TRACKING TRANSACTIONS WITHIN THE CONTROLLING ACCOUNT IN MORE DETAIL
Control Account; Control account

Смотрите также

control account

Ορισμός

checking account
(checking accounts)
A checking account is a personal bank account which you can take money out of at any time using your cheque book or cash card. (AM; in BRIT, usually use current account
)
N-COUNT

Βικιπαίδεια

Securities account
A securities account sometimes known as a brokerage account is an account that holds financial assets such as securities on behalf of an investor with a bank, broker or custodian. Investors and traders typically have a securities account with the broker or bank they use to buy and sell securities.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για securities account
1. The order implies that the 55' account holders applied for TCS IPO on behalf of Indiabulls Securities Ltd to corner TCS shares by multiple retail applications and hence the 55' clients transferred 13,'3' shares to Indiabulls Securities account immediately after the TCS IPO, the company said.
Μετάφραση του &#39securities account&#39 σε Ρωσικά