задыхаться - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

задыхаться - translation to ρωσικά


задыхаться      
прям. , перен.
étouffer
задыхаться от бега - haleter ( придых. ) , être hors ( придых. ) d'haleine
задыхаться от гнева - suffoquer ( или s'étrangler) de colère
– J'étouffe!      
– Я задыхаюсь!
panteler      
задыхаться/задохнуться;
трепетать ; биться

Ορισμός

задыхаться
несов.
1) Испытывать недостаток воздуха, с трудом дышать (от волнения, бега и т.п.).
2) перен. С трудом переносить, выдерживать что-л.; страдать из-за отсутствия благоприятных условий для развития.
3) Умирать от недостатка воздуха, от удушья.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για задыхаться
1. Глава страны начинал задыхаться от малейшего усилия.
2. Уже после первых геймов Николай начал задыхаться.
3. Чуть побегает наша девочка - и начинает задыхаться.
4. В автозаке Тенгиз Тогонидзе вновь стал задыхаться.
5. Иначе - москвичам придется "задыхаться" в собственных границах.