издавать - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

издавать - translation to γαλλικά


издавать      
1) см. издать
2) ( запах ) exhaler , répandre
обдавать      
1) ( облить, окатить ) arroser ; éclabousser ( грязью, чернилами и т. п. )
обдавать кипятком - ébouillanter
2) безл. перев. личн. страд. формой
его обдало холодом - il a été saisi de froid
его обдало волной - il à été pris par la vague, la vague l'a recouvert
меня обдало теплым воздухом - j'ai reçu une bouffée d'air chaud
3) перен.
обдавать презрением - traiter avec mépris
распродавать      
см. продать

Ορισμός

издавать
ИЗДАВ'АТЬ, издаю, издаёшь; издавая, повел. издавай (·книж. ). ·несовер. к издать
.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για издавать
1. Видимо, ее придется издавать здесь и переправлять на Запад или там издавать самиздатом.
2. - Насколько рентабельно издавать научную литературу?
3. Мало того, издавать: пьесы, рассказы, сказки, романы.
4. Они обладают правом издавать собственные законы. 4.3.
5. Появился спецвыпуск "Футбол" , собрались издавать еженедельное приложение.