маловат - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

маловат - translation to ρωσικά


маловат      
разг.
un peu trop petit
маловат ростом - pas assez grand, petit de taille
маловато      
разг.
peu; peu de, pas beaucoup de ( при сущ. ); insuffisamment ( недостаточно )
это маловато - c'est (plutôt) maigre
il n'y en a pas lourd      
{ прост. } маловато; ≈ как кот наплакал

Ορισμός

маловат
прил. разг.
В некоторой, в определенной степени мал, недостаточен по величине, объему и т.п.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για маловат
1. Размер логотипа Для заказчика логотип всегда маловат.
2. Он явно маловат, поэтому перед ним нередко случаются заторы движения.
3. Один говорит: парень хороший, рослый, но все равно маловат.
4. Пока холдинг, конечно, маловат, чтобы заинтересовать крупные инвестфонды.
5. Однако, думаю, для профессиональной команды штаб из четырех человек маловат.